νομιναλισμός ή ονοματοκρατία

νομιναλισμός ή ονοματοκρατία
Φιλοσοφική θεωρία, σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχουν γενικές ή καθολικές ή αφηρημένες έννοιες (universalia). Το γεγονός ότι στη γλώσσα μας υπάρχουν γενικοί ορισμοί (δέντρο, θηλαστικό, άνθρωπος), δεν συνεπάγεται ότι πρέπει αναγκαστικά και η πραγματικότητα να αποτελείται από γενικές έννοιες, αντίστοιχες προς αυτούς τους ορισμούς. Η γενική έννοια είναι μόνο μια λέξη, ένα όνομα, δηλαδή ένα γλωσσικό σημείο, το οποίο συνοψίζει τα κοινά χαρακτηριστικά πολλών ξεχωριστών πραγμάτων, και γι’ αυτό είναι δυνατόν να είναι κατηγόρημα όλων αυτών που είναι και τα μόνα προικισμένα με αληθινή ύπαρξη. Για τον νομιναλιστή δηλαδή, από τη μια πλευρά δίνονται οι μοναδικές και ατομικές πραγματικότητες, από την άλλη γενικά ονόματα που μπορούν να γίνουν κατηγορούμενα περισσότερων ξεχωριστών πραγματικοτήτων, αλλά δεν έχει νόημα να αποδίδουμε αντικειμενική πραγματικότητα στις γενικές και αφηρημένες έννοιες. Νομιναλιστικές θεωρήθηκαν ακόμα κι εκείνες οι πραγματοκρατικές ή συμβατολογικές θεωρίες της επιστήμης, οι oποίες ισχυρίζονται ότι οι έννοιες, οι αρχές και οι νόμοι οι επιστημονικοί δεν αντιστοιχούν τόσο στην ουσιαστική πραγματικότητα των όντων και των φαινομένων όσο μάλλον είναι απλά σύμβολα, χρήσιμα για να πλαισιώνουν και, με αυτόν τον τρόπο, να κυριαρχούν της φυσικής πραγματικότητας. Κυρίως όμως χαρακτηρίζονται ως νομιναλιστικές ορισμένες λογικές θεωρίες του Μεσαίωνα σε δύο φάσεις, κατά τον 11o και 12o και κατά τον 14o αι. Τον 11o αι. η θεωρία των ονοματοκρατικών (nominales) φιλοσόφων εμφανίζεται ως μια από τις απαντήσεις στο πρόβλημα των γενικών εννοιών (universalia), που είχε την πηγή του σ’ ένα απόσπασμα της Εισαγωγής του Πορφύριου, στο οποίο ο νεοπλατωνικός σχολιαστής έθετε το ερώτημα εάν τα γένη και τα είδη έχουν ξεχωριστή ύπαρξη ή υπάρχουν μόνο μέσα στο νου μας· και στην περίπτωση που υπάρχουν ως πραγματικά όντα, εάν είναι ενσώματα ή ασώματα· και εάν, τέλος, τα υποθέσουμε ασώματα, υπάρχουν άραγε ως ξεχωριστές οντότητες από τα αισθητά πράγματα ή υπάρχουν μέσα σε αυτά; Αντίθετα από τους ρεαλιστές, που υποστήριζαν με πλατωνικό πνεύμα την αντικειμενική πραγματικότητα των γενικών εννοιών, οι νομιναλιστές ισχυρίζονταν ότι οι γενικές έννοιες δεν είναι πράγματα (res), δηλαδή όντα που υπάρχουν αυτά τα ίδια, αλλά μόνο φωνές ή ονόματα (voces ή nomina), δηλαδή γενικοί ορισμοί της γλώσσας· ο όρος άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι που υποδηλώνουν ένα είδος ή ένα γένος, από τη μια μεριά, ως φυσικό γεγονός, αποτελεί πνοή φωνής (flatus vocis), δηλαδή μια εκφορά ήχου· από την άλλη, ως στοιχείο της γλώσσας, είναι ένας όρος που δηλώνει μια πολλαπλότητα συγκεκριμένων και ιδιαίτερων ατόμων· δεν υπάρχει περίπτωση να φανταστούμε τη γενική (καθολική) ιδέα άνθρωπος, που να υπάρχει αυτός ο ίδιος συνάμα και να είναι ξεχωριστός από τους ανθρώπους-άτομα. Κύριος εκπρόσωπος αυτού του ν. του 11ου και 12ου αι. θεωρήθηκε από τους συγχρόνους του και τους μεταγενέστερους ο Ροσκελίνος της Κομπιέν, του οποίου η λογική ονοματοκρατία φαίνεται ότι έβρισκε εφαρμογή στη συζητήσιμη θεωρία του περί Αγίας Τριάδας. Ακριβώς αυτή η μεταπήδηση του ν. από τα πεδία της λογικής στα πεδία της μεταφυσικής και της θεολογίας μας επιτρέπει να αντιληφθούμε γιατί η διένεξη επί των γενικών εννοιών έλαβε τέτοιες διαστάσεις. Μεταξύ των μεγαλύτερων πρωταγωνιστών της διαμάχης είναι και ο Αβελάρδος, που υπήρξε μαθητής του Ροσκελίνου, αλλά η δική του άποψη δεν είναι ακριβώς ονοματοκρατική. Αν και για τον Αβελάρδο οι γενικές έννοιες είναι απλώς στοιχεία της γλώσσας που δεν υποδηλώνουν μια πραγματική ουσία κοινή στα διάφορα άτομα, παρόλα αυτά πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι αναφέρονται πραγματικά στα αντικείμενα που υπάρχουν. Η γενική έννοια είναι μια λέξη (vox) που καθορίζει την κοινή εικόνα, και συνεπώς αναπόφευκτα συγκεχυμένη, μιας ολότητας ατόμων που έχουν την ίδια πραγματική κατάσταση (status). Εννοείται πάντοτε, ότι πραγματικά είναι τα ξεχωριστά άτομα και ότι, επομένως, η μόνη γνώση που συλλαμβάνει το πραγματικό είναι αυτή που αναφέρεται αμέσως στα άτομα, δηλαδή η κατ’ αίσθηση γνώση. Γι’ αυτή τη διαβεβαίωση της πρωταρχικής αξίας της γνώσης του ατόμου, ο Αβελάρδος φαίνεται να προβλέπει ένα από τα σημαντικότερα επιχειρήματα της δεύτερης φάσης της μεσαιωνικής ονοματοκρατίας, δηλαδή του οκαμιστικού ορισμού του 14ου αι. Ο ν. του Γουλιέλμου Όκαμ είναι πραγματικά στενά δεμένος με την πεποίθηση περί της αναλλοίωτης αξίας του ατόμου, που είναι και το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της μεταφυσικής του. Στο άτομο, για τον Όκαμ, δεν υπάρχει καμιά γενική έννοια ουσίας εντελώς διαφορετικής από αυτό που είναι κάθε άτομο. Οι γενικοί όροι (όπως «σκύλος», «φυτό») που χρησιμοποιούμε στον λογικό διαλογισμό, υποδηλώνουν έννοιες καθολικές και συγκεχυμένες, που παρουσιάζουν το πλεονέκτημα ότι αντιστοιχούν σε ολότητες, δηλαδή ότι σημαίνουν μια πλούσια πολλαπλότητα ατομικών οντοτήτων. Αλλά μόνο «σημαίνουν», εφόσον βέβαιη γνώση είναι μόνο αυτή που μας έρχεται από την άμεση και κατ’ αίσθηση εποπτεία αυτού του σκύλου ή αυτού του καθορισμένου φυτού. Αληθινή επιστήμη, λοιπόν, για τον Όκαμ, είναι αυτή που στηρίζεται στην εμπειρία, η οποία συλλέγει τα καθέκαστα πράγματα στη συγκεκριμένη ύπαρξή τους. Διεκδικώντας την οντότητα του πραγματικού, αντίθετα από τη σχολαστική αφαίρεση, και δίνοντας έμφαση στην αξία της κατ’ αίσθηση εμπειρίας, ο ν. του Όκαμ προσέφερε μια στέρεη βάση στην έντονη αναβίωση της εμπειρικής παράδοσης της Οξφόρδης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ονοματοκρατία — Βλ. λ. νομιναλισμός. * * * η (φιλοσ.) νομιναλισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. τού αγγλ. nominalism < λατ. nominal (< nomen, inis «όνομα»)+ ισμός*. Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • νομιναλισμός — ο 1. (φιλοσ.) φιλοσοφική δοξασία τού ύστερου μεσαίωνα σύμφωνα με την οποία τα είδη υπάρχουν μόνο με τις λέξεις και διά μέσου» αυτών, ενώ οι καθολικές έννοιες δεν έχουν πραγματική ύπαρξη και είναι απλά λεκτικά σύμβολα χωρίς υπόσταση και έτσι ο… …   Dictionary of Greek

  • νομιναλισμός — ο (λ. λατ.) 1. (φιλοσ.), θεωρία που πιστεύει πως οι έννοιες είναι απλώς ονόματα, χωρίς πραγματική υπόσταση, αλλ. ονοματοκρατία. 2. (οικον.), θεωρία που πιστεύει πως το χρήμα πρέπει να έχει ονομαστική αξία, όχι υλική …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ονοματοκρατία — η φιλοσοφική κατεύθυνση του μεσαίωνα, σύμφωνα με την οποία οι γενικές και αφηρημένες έννοιες δεν είναι παρά ονόματα μόνο, αλλ. νομιναλισμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ονοματισμός — ο (Α ὀνοματισμός) νεοελλ. (φιλοσ.) ονοματοκρατία, νομιναλισμός αρχ. κατάλογος ονομάτων. [ΕΤΥΜΟΛ. < ονοματίζω. Η λ. με τη νεοελλ. σημ. ως φιλοσοφικός όρος αποτελεί απόδοση στην ελλ. τού λατ. nominalismus και μαρτυρείται από το 1878 στον Ν.… …   Dictionary of Greek

  • εννοιοκρατία — η (φιλοσ.), η θεωρία που δέχεται ότι οι έννοιες υπάρχουν μόνο στη συνείδηση αυτού που τις διανοείται, είναι διαφορετικές από τις λέξεις οι οποίες τις εκφράζουν, και δεν είναι απλά ονόματα (ονοματοκρατία, νομιναλισμός) ούτε πραγματικές… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”